shine

shine

22 Φεβ 2013

And i thought we were on the same page

you are a horse running alone
and he tries to tame you
compares you to an impossible highway
to a burning house
says you are blinding him
that he could never leave you
forget you
want anything but you
you dizzy him, you are unbearable
every woman before or after you
is doused in your name
you fill his mouth
his teeth ache with memory of taste
his body just a long shadow seeking yours
but you are always too intense
frightening in the way you want him
unashamed and sacrificial
he tells you that no man can live up to the one who
lives in your head
and you tried to change didn’t you?
closed your mouth more
tried to be softer
prettier
less volatile, less awake
but even when sleeping you could feel
him travelling away from you in his dreams
so what did you want to do love
split his head open?
you can’t make homes out of human beings
someone should have already told you that
and if he wants to leave
then let him leave
you are terrifying
and strange and beautiful
something not everyone knows how to love.

                                                                       Warsan Shire

28 Ιαν 2013

Encore...


Γιατί όσο πιο βαθιά βυθίζεσαι, τόσο δυσκολότερο είναι να ανέβεις και πάλι πάνω.
Κι όπως όλες οι ιστορίες, αυτή εδώ είχε φτιαχτεί για να ειπωθεί.

Γρήγορες μέρες, ατέλειωτα βράδια, ανάκατες σκέψεις πεταμένες σε γυαλιστερές σελίδες, μια αποχή, διαφορετική μουσική, διαφορετικά μάτια, τα πάντα διαφορετικά, ένας μονόλογος και δυο ξένοι.
Με την ελευθερία μου κλείνουμε το μάτι στον καθρέφτη κάθε πρωί, και νιώθω τον ήλιο να με καίει, τον νιώθω κόκκινο κάτω από τα κλειστά μου μάτια όταν ανοίγω τον κόσμο μου.
Λένε πως ό,τι δεν χτυπάει ο ήλιος είναι καμένο από χέρι, και ότι το πλακόστρωτο στα έρημα δρομάκια στην πλάκα ακούγεται σαν πλήκτρα πιάνου κάτω απ' τα πόδια σου -αν τρέξεις.
 Περπατώ την ομορφότερη διαδρομή της πόλης σιγομουρμουρίζοντας σκοπούς που έχεις ήδη ξεχάσει, κι ύστερα κάθομαι στο ψηλότερο σημείο και χαζεύω τα λαμπάκια μας που χάνονται στην ομίχλη στο βάθος της φωτισμένης πόλης, τόσο ξεκάθαρα μα τόσο θολά, στο μοναστηράκι της εφηβείας μας και στα αποτσίγαρα στις ταράτσες μετά από τα πάρτι, στις σκηνές μας που ακόμα με κάνουν να χαμογελώ κρυφά, ανεπαίσθητα κάτι άδειες μέρες σαν κι αυτές, ανάμεσα σε όλους, πάντα ημιτελής αλλά πάντα έτοιμη να φύγω.

Πώς ζούμε έτσι αδιάφορα, πώς νιώθω ακόμα τόσο παράφορα.
Είσαι ένα χάος από πανέμορφο τίποτα.

Νιώθω καθαρά την ορμή, τη μουσική να διαπερνά κάθε κύτταρο του κορμιού μου όπως τότε κάθε φορά που κλείνω τα μάτια, ονειρεύομαι και χτυπιέμαι με όση δύναμη μου έχει απομείνει στη μελωδία της, όταν ο ρυθμός κι η ένταση χτυπούν στο κεφάλι μου, στις φλέβες μου, όταν συγχρονίζονται με τα χέρια σου, τα δάχτυλά μου και τους παλμούς μου κι εγώ απλά σε σκέφτομαι, εγώ να σκέφτομαι μόνο εσένα και να σε θέλω τόσο αχόρταγα λες κι αύριο δεν θα ζήσω, λες κι είναι η πρώτη και τελευταία σκέψη που ξέμεινε κι είναι το μόνο που μετράει, λες κι όλος ο κόσμος μας τελειώνει βίαια, απότομα και τελειώνει τώρα, τώρα που αυτός ο έρωτας είναι απόλαυση και απολαμβάνει να με ρουφάει, να με εξαϋλώνει και να με ρίχνει στάχτη στον άνεμο να χορεύω, να στριφογυρίζω άστατα και να ταξιδεύω με άδειο μυαλό, άδεια χέρια, να μην έχω να προσφέρω σε κανέναν τίποτα πέρα απ' τη δική μου παραζάλη και να μη θέλω τίποτα σε αντάλλαγμα, να είμαι ακέραιη παρότι μπερδεμένη όσο ποτέ, μόνο εγώ, εσύ, εγώ κι εσύ και συνάμα το τίποτα, μέχρι ο αέρας να γίνει κενό και να με ρίξει απότομα από ψηλά, να με ξαναενώσει όπως όπως και να με καληνυχτίσει με δυο μισόλογα κι ένα φιλί.

Εννοώ ναι, βυθίζομαι, αλλά η μουσική είναι υπέροχη.

Εξάλλου ό,τι αρχίζω με πάει κάπου αλλού, κι ό,τι τελειώνω μπάζει από χίλιες μεριές.
Βοήθα με απλά να χαθώ στη δίνη μου, να παραπατήσω, να ζαλιστώ και να πέσω, να τρεκλίσω και να φωνάξω από φόβο, να νιώσω ότι χάνομαι εκεί που μπορώ κι όχι εκεί που θέλω, κι εγώ θα το αφήσω μετέωρο, ελαφρύ όσο το φτερό στον ώμο μου. Kι ίσως κάποτε σ' αυτή την κρύα εποχή σ' ένα απόμερο δρομάκι ή σ' ένα φεγγαρόλουστο αυγουστιάτικο βράδυ, κάπου ανάμεσα στη χρυσαφένια άμμο και στα ήρεμα κύματα που θα χαιδεύουν τα κορμιά μας, τόσο κοντά, να τον βρω τον επίλογο.
Ως τότε θα αφήσω τα άτομα που αγάπησα αλλά δεν γνώρισα ποτέ να μου κρατούν συντροφιά κάτω απ' τ αστέρια
Να με αγγίζουν
Να με κρατάνε ζωντανή και να με φιλούν παθιασμένα και λαίμαργα
Να με καταβροχθίζουν σε κάθε μας ανάσα.