shine

shine

18 Μαΐ 2014

Maybe it's about the story.

She’d never been undressed by words alone before…She couldn’t fathom how a stranger could make her feel so, at home…
He intrigued her…
In the absence of touch, smell, or sight…
He became the most vivid part of her imagination…
He made her feel...
And in a way she never knew she longed for…
His voice arrested her, and she trusted his direction…
She knew he could handle being in control…
and she’d been waiting for that.



~ Rob Hill, Sr.

22 Φεβ 2013

And i thought we were on the same page

you are a horse running alone
and he tries to tame you
compares you to an impossible highway
to a burning house
says you are blinding him
that he could never leave you
forget you
want anything but you
you dizzy him, you are unbearable
every woman before or after you
is doused in your name
you fill his mouth
his teeth ache with memory of taste
his body just a long shadow seeking yours
but you are always too intense
frightening in the way you want him
unashamed and sacrificial
he tells you that no man can live up to the one who
lives in your head
and you tried to change didn’t you?
closed your mouth more
tried to be softer
prettier
less volatile, less awake
but even when sleeping you could feel
him travelling away from you in his dreams
so what did you want to do love
split his head open?
you can’t make homes out of human beings
someone should have already told you that
and if he wants to leave
then let him leave
you are terrifying
and strange and beautiful
something not everyone knows how to love.

                                                                       Warsan Shire

28 Ιαν 2013

Encore...


Γιατί όσο πιο βαθιά βυθίζεσαι, τόσο δυσκολότερο είναι να ανέβεις και πάλι πάνω.
Κι όπως όλες οι ιστορίες, αυτή εδώ είχε φτιαχτεί για να ειπωθεί.

Γρήγορες μέρες, ατέλειωτα βράδια, ανάκατες σκέψεις πεταμένες σε γυαλιστερές σελίδες, μια αποχή, διαφορετική μουσική, διαφορετικά μάτια, τα πάντα διαφορετικά, ένας μονόλογος και δυο ξένοι.
Με την ελευθερία μου κλείνουμε το μάτι στον καθρέφτη κάθε πρωί, και νιώθω τον ήλιο να με καίει, τον νιώθω κόκκινο κάτω από τα κλειστά μου μάτια όταν ανοίγω τον κόσμο μου.
Λένε πως ό,τι δεν χτυπάει ο ήλιος είναι καμένο από χέρι, και ότι το πλακόστρωτο στα έρημα δρομάκια στην πλάκα ακούγεται σαν πλήκτρα πιάνου κάτω απ' τα πόδια σου -αν τρέξεις.
 Περπατώ την ομορφότερη διαδρομή της πόλης σιγομουρμουρίζοντας σκοπούς που έχεις ήδη ξεχάσει, κι ύστερα κάθομαι στο ψηλότερο σημείο και χαζεύω τα λαμπάκια μας που χάνονται στην ομίχλη στο βάθος της φωτισμένης πόλης, τόσο ξεκάθαρα μα τόσο θολά, στο μοναστηράκι της εφηβείας μας και στα αποτσίγαρα στις ταράτσες μετά από τα πάρτι, στις σκηνές μας που ακόμα με κάνουν να χαμογελώ κρυφά, ανεπαίσθητα κάτι άδειες μέρες σαν κι αυτές, ανάμεσα σε όλους, πάντα ημιτελής αλλά πάντα έτοιμη να φύγω.

Πώς ζούμε έτσι αδιάφορα, πώς νιώθω ακόμα τόσο παράφορα.
Είσαι ένα χάος από πανέμορφο τίποτα.

Νιώθω καθαρά την ορμή, τη μουσική να διαπερνά κάθε κύτταρο του κορμιού μου όπως τότε κάθε φορά που κλείνω τα μάτια, ονειρεύομαι και χτυπιέμαι με όση δύναμη μου έχει απομείνει στη μελωδία της, όταν ο ρυθμός κι η ένταση χτυπούν στο κεφάλι μου, στις φλέβες μου, όταν συγχρονίζονται με τα χέρια σου, τα δάχτυλά μου και τους παλμούς μου κι εγώ απλά σε σκέφτομαι, εγώ να σκέφτομαι μόνο εσένα και να σε θέλω τόσο αχόρταγα λες κι αύριο δεν θα ζήσω, λες κι είναι η πρώτη και τελευταία σκέψη που ξέμεινε κι είναι το μόνο που μετράει, λες κι όλος ο κόσμος μας τελειώνει βίαια, απότομα και τελειώνει τώρα, τώρα που αυτός ο έρωτας είναι απόλαυση και απολαμβάνει να με ρουφάει, να με εξαϋλώνει και να με ρίχνει στάχτη στον άνεμο να χορεύω, να στριφογυρίζω άστατα και να ταξιδεύω με άδειο μυαλό, άδεια χέρια, να μην έχω να προσφέρω σε κανέναν τίποτα πέρα απ' τη δική μου παραζάλη και να μη θέλω τίποτα σε αντάλλαγμα, να είμαι ακέραιη παρότι μπερδεμένη όσο ποτέ, μόνο εγώ, εσύ, εγώ κι εσύ και συνάμα το τίποτα, μέχρι ο αέρας να γίνει κενό και να με ρίξει απότομα από ψηλά, να με ξαναενώσει όπως όπως και να με καληνυχτίσει με δυο μισόλογα κι ένα φιλί.

Εννοώ ναι, βυθίζομαι, αλλά η μουσική είναι υπέροχη.

Εξάλλου ό,τι αρχίζω με πάει κάπου αλλού, κι ό,τι τελειώνω μπάζει από χίλιες μεριές.
Βοήθα με απλά να χαθώ στη δίνη μου, να παραπατήσω, να ζαλιστώ και να πέσω, να τρεκλίσω και να φωνάξω από φόβο, να νιώσω ότι χάνομαι εκεί που μπορώ κι όχι εκεί που θέλω, κι εγώ θα το αφήσω μετέωρο, ελαφρύ όσο το φτερό στον ώμο μου. Kι ίσως κάποτε σ' αυτή την κρύα εποχή σ' ένα απόμερο δρομάκι ή σ' ένα φεγγαρόλουστο αυγουστιάτικο βράδυ, κάπου ανάμεσα στη χρυσαφένια άμμο και στα ήρεμα κύματα που θα χαιδεύουν τα κορμιά μας, τόσο κοντά, να τον βρω τον επίλογο.
Ως τότε θα αφήσω τα άτομα που αγάπησα αλλά δεν γνώρισα ποτέ να μου κρατούν συντροφιά κάτω απ' τ αστέρια
Να με αγγίζουν
Να με κρατάνε ζωντανή και να με φιλούν παθιασμένα και λαίμαργα
Να με καταβροχθίζουν σε κάθε μας ανάσα.



19 Αυγ 2012

We sat there smoking cigarettes at 5 in the morning.

Take chances.
Tell the truth.
Date someone totally wrong for you.
Say no.
Spend all your cash.
Get to know someone random.
Be random.
Say I love you.
Sing out loud.
Laugh at stupid jokes.
Cry.
Apologize.
Tell someone how much they mean to you.
Tell a jerk what you think.
Laugh till your stomach hurts.
Live Life.
Regret Nothing.



22 Ιουν 2012

No words can save this, i'm broken and you're pissed.

Αυτό το καλοκαίρι είναι παράξενο.
Οι νύχτες είναι ζεστές και κόκκινες, σε μεθούν και μετά σε σκοτώνουν.
Αυτός ο αέρας που με χτυπάει κυματίζοντας τα λυτά μου μαλλιά είναι χίλιες δυο απαγορευμένες ανάσες.
 Χίλια δυο ανείπωτα λόγια, υπαινιγμοί και κλεφτά βλέμματα. 
Δε θυμάμαι μια φορά να μας ονειρεύτηκα ολόκληρους, πάντα κάτι έλειπε. 
Κι αν μισόκλεινα τα μάτια μου να δω καλύτερα, τα φώτα της πόλης γίνονταν χιλιάδες μπερδεμένα φωτάκια. Μονόχρωμα. Με ζάλιζαν.
Όλο γράφαμε επιλόγους εμείς, δίχως να ξέρουμε πώς να αρχίσουμε.


Ελπίζω πως μια μέρα θα ξανάρθεις εκεί, και θα σταθείς ακουμπισμένος χαλαρά στον τοίχο σ εκείνη τη στροφή που αράζατε με την παρέα σου συχνά πυκνά τα βράδια. Ελπίζω πως θα γυρίσεις για δευτερόλεπτα, πως θα συναντηθούν ξανά οι ματιές μας όπως τόσες φορές και πως θα μου κλέψεις την ανάσα και θα παγώσεις την καρδιά μου ακαριαία, βίαια. Ξανά.
Ύστερα θα σχολιάσεις κάτι ασήμαντο, μια λεπτομέρεια, τις ιστορίες απ' το μυαλό μου, τις ιστορίες μου γενικά. Και τότε θα  κοιτάξεις μέσα μου, μέσα από όλα αυτά, και μόνο εσύ, για πρώτη και τελευταία φορά, θα δεις πόσο διάφανη είμαι. 
Και θα καταλάβεις. 
Για μια στιγμή δεν θα μπλεχτείς με τις σκέψεις μου, ούτε θα ψάξεις βαθιά στα μυστικά μου. 
Θα μου θυμίσεις όσα θέλω να θυμάμαι. Κι εγώ θα αισθανθώ αυτό το υπέροχο σφίξιμο στο στομάχι και τη βεβαιότητα ότι θα'σαι πάντα δικός μου όπως ήσουν τόσα χρόνια κι όπως δεν έγινες ποτέ. 
Και τελικά θα νιώσω όπως μετά από κάθε μεταμεσονύχτιο παρτι, ότι περνάει το βράδυ στη στιγμή που λέμε  καληνύχτα.
Κι η απουσία σου θα με σκοτώσει ξανά όσο και η παρουσία σου.


Ό,τι με έχει πληγώσει, λάμπει τώρα που είναι νύχτα.
Τα ψέμματά μας, όσο περνάει ο καιρός, γίνονται πιο μελωδικά.
 Όμως ίσως, πιο παλιά, να μπορούσαμε να κάνουμε αυτή την εποχή κάτι πιο πολύ.
Ακόμα κι ο ουρανός είναι διαφορετικός.
Και μπορεί τελικά να μην έμεινες εκεί πάνω, αλλά εγώ προσπαθώ να δω όσα περισσότερα ηλιοβασιλέματα προλάβω.
Αιτίες δεν υπάρχουν, και για να μείνω ελεύθερη, δεν τις ψάχνω.

15 Ιουν 2012

3.02 -empty day.

I always wished I could be a Russian Doll.
A red one.
With a big pair of bright blue eyes and painted on eyelashes and pink rosy cheeks. Really rosy.
And my mouth would be painted on red like a bow.
I’d have a flower on my chest - a rose - and two small little hands by my side.
And then I could be un wrapped, two, three, four times until I was small.
Really small.

6 Ιουν 2012

It takes four seconds for a silence to become akward


ησυχια...
την επομενη φορα,να παρω μαζι μου κι ενα βιβλιο
επειδη δεν καταλαβαινομασταν σταματησαμε να κοιτιομαστε, μετα σταματησαμε να γελαμε, τωρα σταματησαμε να μιλαμε
περασε ο καιρος,κι ολο περναει αυτος ο καιρος,κι οταν περναει,που παει?
καποιες φορες,οταν εχει περασει η ωρα κι εχω πεισει τον εαυτο μου πως αυτη η πολη δεν ειναι μικρη,νιωθω αυτη τη μυρωδια να πλησιαζει.οχι την δικη σου,παει αυτη.
τη μυρωδια των εποχων,που λες,που ερχονται καθε δευτερολεπτο που περναει.
φευγουμε κι ερχομαστε
και ερχομαστε και φευγουμε
δε καταλαβαινω τι μου λετε,δεν σας καταλαβαινω καθολου,ή ισως να κανω πως δε καταλαβαινω
συχνα και για πολλη ωρα,κοιταζω ενα σημειο στο μπαλκονι μου,εκει που τελειωνει η τεντα κι αρχιζει ο ουρανος
το περσινό καλοκαιρι,περιμενα εκει να δω τον ηλιο ν' ανατελλει και να χανεται πισω απ την τεντα μας
ρε πουστη μου τι ηλιος ηταν αυτος
τωρα ολο κοιταζω,κοιταζω,λες να ανατελλει απ την αλλη μερια ο ηλιος φετος?
θυμασαι που σου ελεγα οτι ολα ειναι καλα?
ε, δεν ηταν
μαθαμε να ζουμε σαν να υπαρχει παντα αυριο
λες και καναμε κατι για να μαστε εδω
λες κι αυτος ο ηλιος ποτε δε θα δυσει
κι εγω δε μπορω ν'ανησυχω για ολους σας
ειμαστε ολοι δυστυχισμενοι,δε στο 'πανε?
κι ορκιζομαι,πως αν δεν ηξερα οτι το χεις πιστεψει,δε θα λεγα τιποτα
δεν εχει σημασια το πως,το θεμα ειναι οτι μιλαμε για χιλια δυο πραγματα που τελικα εχουμε ζησει μονο την αντανακλαση τους
ας μιλουσαμε λιγοτερο
θα ζωγραφιζαμε,θα γραφαμε ποιηματα και μουσικη
κατι θα εβγαινε
τι να τις κανω πια τις ομοιοκαταληξιες ομως
που πας να πεις και το σ'αγαπω σε ιαμβικο δεκαπεντασυλλαβο
εγω θα τρομαξω μονο οταν σταματησεις να με ψαχνεις στους δρομους που χαραξαμε μαζι στην Αθηνα
απο τοτε,εχω ξεχασει να γραφω,αλλα δε με νοιαζει και πολυ
συγκινουμαι ευκολα και καπνιζω πολυ
μαθαινω απ την αρχη πως ειναι να χεις εναν ισιο δρομο μπροστα σου
και εναν απεραντο ουρανο πανω απ το κεφαλι σου
δεν υπαρχει κατι καλυτερο